Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
συστημικό όργανο
- απόδοση: που ενεργεί σύμφωνα με τις μεθοδεύσεις του συστημικού χώρου συμβάλλοντας στην επίτευξη των προσδιορισμένων στόχων αυτού
- θεματολογία: ‘ Περί Εξουσιαστών & Εξουσιαζομένων ’





