Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
κομματική διαφθορά
- απόδοση: προκειμένου για συστηματική παραβίαση των κανόνων κυρίως ηθικής φύσεως κατά την άσκηση των κομματικών καθηκόντων
- θεματολογία: ‘ Περί Εξουσιαστών & Εξουσιαζομένων ’