Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
παράπλευρες απώλειες
- απόδοση: που λαμβάνουν χώρα εκ παραλλήλου με δυσάρεστες συνήθως καταστάσεις ή γεγονότα / που συμβαίνουν συνεχόμενα με τις κύριες & συνυπολογίζονται με αυτές
- θεματολογία: ‘ Καθιερωμένα Στο Διάβα Του Χρόνου ’
το κτίριο της Κινεζικής Πρεσβείας υπήρξε παράπλευρη απώλεια κατά τους βομβαρδισμούς του Βελιγραδίου