Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
πόλεμος νεύρων
- απόδοση: ενέργεια που στοχεύει στην ηθική ή ψυχική εξάντληση αντιπάλου ατόμου ή ομάδας ατόμων
- θεματολογία: ‘ Καθιερωμένα Στο Διάβα Του Χρόνου ’
υφίσταται πόλεμο νεύρων από αντιτιθέμενα σε αυτόν μέλη του διοικητικού συμβουλίου