Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
οδυνηρή αφαίμαξη
- απόδοση: επώδυνη αφαίρεση ικανού ποσού χρημάτων συνήθως με δόλιο τρόπο
- θεματολογία: ‘ Οικονομία - Επιχειρείν - Περιουσιακά ’
υφιστάμεθα την λ του ήδη συρρικνωμένου εισοδήματός μας