Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
οικονομικός μετανάστης
- απόδοση: που μεταναστεύει σε νέο τόπο διαμονής προς αναζήτηση εργασίας με καλύτερες προϋποθέσεις από ότι στον τόπο καταγωγής του
- θεματολογία: ‘ Οικονομία - Επιχειρείν - Περιουσιακά ’
μέρος των μεταναστών που αναζητούν καταφύγιο στην Ελλάδα δύναται να λάβουν τον χαρακτηρισμό του οικονομικού μετανάστη οι λοιποί δε είναι απλά τυχοθήρες