Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
έως
- απόδοση: μέχρις
- θεματολογία: ‘ Εκφράσεις Παλαιικές ’
αναμείνατε έως νεωτέρας διαταγής > οδηγίας
αξιαγάπητος έως τέλους
απολαμβάνει το τένις έως εξαντλήσεως
√ απόδοση: μέχρι υπερβολής
αρέσκεται σε αστεϊσμούς έως υπερβολής
√ απόδοση: παρεκτρέπεται
γευμάτισα έως κορεσμού
√ απόδοση: παράφαγα
έφθασε έως την Πάτρα προκειμένου να συλλέξει κείμενα αρχαίων
√ απόδοση: πήγε μακριά προκειμένου να επιτύχει σκοπό
έως εδώ & μη παρέκει
√ απόδοση: φτάνει / δεν πάει άλλο
έως εκεί έφθασε η χάρη του
√ απόδοση: που η φήμη του έφθασε μακριά
έως πρότινος
√ απόδοση: προ ολίγου καιρού / στο ορατό παρελθόν
έως σκασμού
√ απόδοση: προκειμένου για λήψη υπερβολικού φαγητού
έως το βαθύ γήρας διατηρούσε δυνάμεις
√ απόδοση: μέχρι τέλους
θλιμμένος έως θανάτου
√ απόδοση: η μέχρι θανάτου αδιέξοδη ψυχική κατάσταση / στο έσχατο σημείο
λυπημένος έως δακρύων
√ απόδοση: θλιμμένος & δακρυρροών
με το θέμα αυτό έφθασε έως τα άκρα
√ απόδοση: τέντωσε το σχοινί
παρασύρεται σε οινοποσία έως τελικής πτώσεως
√ απόδοση: μέχρι απώλειας συνειδήσεως