Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
πας καλόπιστος παρατηρητής > ακροατής
- απόδοση: κάθε άτομο καλής πίστεως που παρακολουθεί εξεταστικά ή που παρακολουθεί δια της ακοής
- θεματολογία: ‘ Εκφράσεις Παλαιικές ’