Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
συσκότιση
- απόδοση: η μείωση του φυσικού ή τεχνητού φωτισμού μέχρι του σημείου να προκληθεί σκότος / η εσκεμμένη σύγχυση που αποσκοπεί στην συγκάλυψη γεγονότων στοιχείων ή των αιτίων καταστάσεως
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’