Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εριοφόρος
- απόδοση: ο φέρων έριον το παραγόμενο από τρίχωμα προβάτων
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
την είσοδο του μεγάρου φυλάσσει εις λ οικοφύλακας
√ απόδοση: με ειρωνική διάθεση για κακής συμπεριφοράς πορτιέρη