Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
προδιαγραφή
- απόδοση: ποσοτικά ή ποιοτικά χαρακτηριστικά καθορισμένα εκ των προτέρων τα οποία καλείται να διαθέτει προϊόν προκειμένου να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της παραγωγής του / σύνολο προϋποθέσεων που αποτελούν κριτήριο
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
επιλέχθηκε διότι πληροί τις απαιτούμενες προδιαγραφές
ζητείται κτίριο γραφείων αυστηρών > υψηλών προδιαγραφών που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής