Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
δικαίωμα
- απόδοση: απαίτηση ή αξίωση που επιτρέπει άγραφος νόμος ή που κατοχυρώνει γραπτός νόμος / παρεχόμενη άδεια / νόμιμη αμοιβή
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
αφορά παράνομο & καταχρηστικό λ που ουδείς διανοήθηκε να θίξει