Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
οικονομία
- απόδοση: οι συντονισμένες ενέργειες & τα μέσα που σχετίζονται με την παραγωγή την διάθεση ή την κατανάλωση αγαθών καθώς & την παροχή υπηρεσιών
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
εκφράζεται με λ λόγου εις τρόπον ώστε οι επικοινωνιακές ανάγκες να απαιτούν ελάχιστη ενέργεια
ζει μετρημένα με λ λόγω περιορισμένου εισοδήματος
θαυμαστής της κατευθυνόμενης οικονομίας
οπαδός της ελεύθερης οικονομίας
√ απόδοση: στην οποία κυριαρχεί η ιδιωτική πρωτοβουλία
περιόρισε τις δαπάνες κάνοντας αιματηρή λ προκειμένου να σπουδάσει το παιδί