Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ωδείο
- απόδοση: κτίριο για την διεξαγωγή μουσικών αγώνων κατά την Ελληνική ή Ρωμαϊκή Αρχαιότητα / σχολή ή ίδρυμα διδασκαλίας της μουσικής & του θεάτρου
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
επισκέφθηκε το "νυκτερινό ωδείο" λαϊκότατης αοιδούς όπου & διασκέδασε μετά των παρατρεχάμενων μέχρι πρωίας