Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
παραλήρημα
- απόδοση: διανοητική σύγχυση ως αποτέλεσμα οργανικής ή ψυχικής παθήσεως / ο ασυγκράτητος παροξυσμός ατόμου ή ομάδας ατόμων
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
όπως το συνηθίζει παρασύρθηκε σε ρητορικό λ
το αναπάντεχο γκολ προκάλεσε λ ενθουσιασμού
τον κατέλαβε λ χαράς