Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
σύνδρομο
- απόδοση: σύνολο συμπτωμάτων ή οργανικών ανωμαλιών χωρίς να προσδιορίζονται τα αίτια / σύνολο φαινομένων που παρουσιάζονται σε άτομο ή ομάδα ατόμων & που χαρακτηρίζουν την υφιστάμενη κατάσταση αυτών
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
διακατέχεται από το λ του φανατικού
συμπεριφέρεται εμφορούμενος από το λ της χρηματολαγνείας
τον ακολουθεί το λ της φυγής
τον χαρακτηρίζει το λ του πεινασμένου
υποβόσκει το λ του αδικημένου
φέρει το λ του διωκόμενου