Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εσωτροπία
- απόδοση: στραβισμός / απόκλιση οπτικού άξονα προς τα μέσα
- αντίθετο: εξωτροπία
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
ο αριστερός οφθαλμός του στραβίζει παρουσιάζοντας λ