Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εσώψυχος
- απόδοση: προκειμένου για συναίσθημα ευρισκόμενο στα βάθη της ψυχής & συνήθως μη εκδηλωμένο
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
σε μία ντε προφούντυς εκμυστήρευση του αποκάλυψε το εσώψυχό του
√ απόδοση: εκ βαθέων
√ ρίζα: de profundis