Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
δυσφωνία
- απόδοση: δυσχέρεια του να εκβάλλει κάποιος φωνή εκ του λάρυγγος
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
από εβδομάδος παρουσιάζει παρατεταμένη λ