Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ανάκληση
- απόδοση: πρόσκληση ή διαταγή για επιστροφή / επαναφορά στοιχείων εκ της μνήμης ή του ασυνειδήτου / ακύρωση / κατάργηση / αναίρεση
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
αδυνατεί λόγω ηλικίας εις την λ γεγονότων
η κυβέρνηση απείλησε την γείτονα με λ πρεσβευτή
σύσσωμη η κοινή γνώμη απαιτεί την λ του επίμαχου νομοσχεδίου
το Επιτελείο προέβη σε λ αξιωματικών από την αποστρατεία