Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
σχέση
- απόδοση: η ύπαρξη κοινών στοιχείων που συνδέουν καταστάσεις / η ύπαρξη επικοινωνίας & αμοιβαίας εξάρτησης που συνδέει πρόσωπα ή ομάδες
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
λ από παιδιά
λ από τα φοιτητικά χρόνια
λ εξωσυζυγική
λ επαγγελματική
λ επιδερμική
λ ερωτική
λ εύθραυστη
λ η οποία εφθάρη ανεπανόρθωτα
λ με ημερομηνία λήξεως
λ ολοκληρωμένη
λ ουσιαστική με βάθος
λ πάθους
λ πνευματική
λ πολυετή
λ προκύπτουσα από συμφέρον
λ ρηχή άνευ ουσίας & επιπέδου
λ συγγενείας
λ συμφέροντος
λ συναισθηματική
λ φιλική