Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
χρώμα
- απόδοση: οπτική εντύπωση ανάλογη με την αντανάκλαση ή την απορρόφηση φωτεινών ακτινών όταν αυτές πέφτουν στην επιφάνεια κάθε σώματος
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
το αντιλαμβάνομαι ως χρώμα…
λ βαρβάρου αποχρώσεως
λ γήινο
λ εντελώς ψυχρό
λ που σε προδιαθέτει ευχάριστα
λ φωτεινότατο