Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εύπλαστος
- απόδοση: που πλάθεται με ευκολία λαμβάνοντας το επιθυμητό σχήμα / που διαμορφώνεται εύκολα με την επιθυμητή διαπαιδαγώγηση
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
λ χαρακτήρας ευκόλως διαμορφούμενος & καθοδηγούμενος