Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ερεβώδης
- απόδοση: σκοτεινός
- γένη: -ης -ης -ες
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
ασπάζεται ένα καθ΄ όλα ερεβώδες ιδεολόγημα
κύριοι επιτρέψαμε να διαμορφωθεί ερεβώδες περιβάλλον
λ η καταγωγή του
λ νύκτα εντελώς ασέληνη
υφιστάμεθα ερεβώδη κατάσταση πραγμάτων