Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
επιθυμητός
- απόδοση: ο επιδιωκόμενος να συμβεί ή να πραγματοποιηθεί / πρόσωπο που επιθυμούμαι να συναντήσουμε κυρίως με ερωτική διάθεση
- αντίθετο: ανεπιθύμητος
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
αναφέρθηκε στο επιθυμητό αγνοώντας το εφικτό
συγκαταλέγεται μεταξύ των επιθυμητών πραγμάτων που ελπίζει την απόκτηση