Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εξελίξιμος
- απόδοση: που δύναται να εξελιχθεί
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
επί έτη επιδόθηκε σε επιτόπια βήματα παραμένοντας στάσιμη & μη εξελίξιμη προσωπικότητα