Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ιπποτικός
- απόδοση: που επιδεικνύει ευγένεια & γενναιοψυχία / που αντιμετωπίζει με λεπτότητα το γυναικείο φύλλο
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
απλόχερος με τις γυναίκες & ιδιαίτερα λ
επέδειξε ιπποτική συμπεριφορά στους γεννήτορες της συζύγου του