Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
έμπρακτος
- απόδοση: που εκδηλώνεται με πράξεις & έργα
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
ζητήθηκε η έμπρακτη συμβολή της ΕΕ
η χειρονομία του αποτελεί έμπρακτη απόδειξη αναγνώρισης εσφαλμένης αντιμετώπισης