Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ανάπλαση
- απόδοση: το να αναδιαμορφώνω κάτι ώστε να εξελιχθεί στο καλύτερο
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
ο εκθεσιακός χώρος υπέστη ολική λ εκσυγχρονιζόμενος πλήρως