Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ανεδαφικός
- απόδοση: ο μη στηριζόμενος στην πραγματικότητα
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
βέβαιον ό,τι εμφορείται από ανεδαφικές θέσεις > απόψεις
ωθείται από ανεδαφικό ιδεαλισμό > σχεδιασμό