Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
μεταστέγαση
- απόδοση: η στέγαση σε άλλο κτίριο από εκεί που βρισκόμουν
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
είχε την ατυχή ιδέα μεταστέγασης της επιχείρησης σε παραμεθόριο περιοχή