Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
λύση
- απόδοση: το αποτέλεσμα του λύνω
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
αναζήτησε λύση πρόχειρη
αναζητώ εναγωνίως λύση
αναπαύεται με τη λύση σταυρολέξων
διαφαίνεται στον ορίζοντα λύση του προβλήματος
εκκολάπτεται λύση
επέλεξε λύση της στιγμής
ευρέθη λύση !
κατέληξε σε εμβαλωματική λύση
√ απόδοση: η προσωρινή & όχι οριστική
κατέληξε σε λύση υπό την πίεση των καταστάσεων
προέκυψε λύση ικανοποιητική
προτάθηκε ως λύση ανάγκης
πρότεινε σολομώντεια λύση
√ απόδοση: η σκληρή αλλά δίκαιη
το ζήτημα προχωράει προς τη λύση του
το ποτό δεν είναι λύση είναι φυγή
το τραύμα επέφερε λύση του δέρματος
λύση…
λ αξιοπρεπής
λ αρχιτεκτονική
λ βιώσιμη
λ γάμου > μισθώσεως > κοινοπραξίας > εταιρείας > συμβολαίου > συμβάσεως
λ διακοσμητική
λ δίκαιη
λ ενδεδειγμένη
λ επιβαλλόμενη άνωθεν
λ επιθυμητή
λ ευκαιριακή
λ θνησιγενής
λ ικανοποιητική
λ κοινώς αποδεκτή
λ μέση
λ πρακτική
λ προσωρινή > μόνιμη
λ συμφέρουσα > ασύμφορη
λ ταπεινωτική
λ της απορίας
λ της πολιορκίας
λ του αινίγματος
λ του γρίφου
λ του ποδαριού