Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
γόνος
- απόδοση: η με επισημότητα αναφορά σε καταγωγή / ο καταγόμενος άμεσα από κάπου / τέκνο
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
λ παλαιάς αστικής οικογένειας της Σύρου η προσφέρουσα πλήθος επιστημόνων στην κοινωνία