Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ερωτομανής
- απόδοση: που εκφράζει ερωτική μανία
- γένη: -ής -ής -ές
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
ως λ με ερεβώδη ψυχισμό συνουσιάσθηκε μετ΄ αυτής εν ορθία στάση στο ημίφως δρομίσκου πλησίστια κοσμικού δρόμου