Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αρχαίος
- απόδοση: ο κατά πολύ προϋπάρχων ημών
- γένη: -ος -α -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
ο αρχαιότερος οίκος παραγωγής φαρμακευτικών προϊόντων εν Ελλάδι
από νέος μελετά εκ συστήματος αρχαίους κλασσικούς