Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
προφητικός
- απόδοση: που δύναται να προφητεύει / που έχει προφητικό χαρακτήρα / ο σχετιζόμενος με προφήτη / κάθε τι προερχόμενο από προφήτη
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’