Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
δίλημμα - 2
- απόδοση: σύνθετος συλλογισμός που περιέχει δύο αντίθετες έννοιες που οποιαδήποτε γίνεται αποδεκτή προκαλεί αίσθημα ήττας με αποτέλεσμα ο ευρισκόμενος σε δίλημμα να τελεί εν αμηχανία περί του πρακτέου
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’