Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
εμφύτευση - 2
- απόδοση: εμπράγματο κληρονομικό δικαίωμα επί αλλοτρίου κτήματος που παρέχει στον δικαιούχο διαρκή επικαρπία αυτού / το δικαίωμα φυτεύσεως που παρέχεται σε αγοραστή αγροκτήματος
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’