Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
δομημένος
- απόδοση: που έχει κτισθεί / που τα στοιχεία του έχουν διαταχθεί δημιουργώντας ένα οργανωμένο σύνολο
- γένη: -ος -η -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’