Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
θάρρος
- απόδοση: η ψυχική δύναμη που απαιτείται για την αντιμετώπιση κάθε δύσκολης κατάστασης / απουσία φόβου / τόλμη
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’