Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
χαμαιλεοντικός
- απόδοση: ο φερόμενος ως χαμαιλέων ήτοι αυτός που μεταβάλλεται ανάλογα με τις περιστάσεις & τα συμφέροντά του
- γένη: -ός -ή -ό
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’