Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
μάλαξη
- απόδοση: μασάζ με τα χέρια που εφαρμόζεται σε συγκεκριμένο μέρος του σώματος ταλαιπωρημένου ατόμου
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’