Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
καλλωπισμός
- απόδοση: η ενέργεια & το επακόλουθο αποτέλεσμα του καλλωπίζω ήτοι η περιποίηση της εξωτερικής εμφάνισης ενός ατόμου ή η περιποίηση χώρου
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’