Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
συνισταμένη
- απόδοση: άθροισμα δύο ή περισσοτέρων ευθύγραμμων τμημάτων / δύναμη προσφερόμενη για αντικατάσταση άλλων δυνάμεων με αμετάβλητο αποτέλεσμα / το προκύπτον αποτέλεσμα από την σύνθεση δύο ή περισσοτέρων συνιστωσών
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’