Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ηλιοτροπισμός
- απόδοση: η ιδιότητα των φυτών να στρέφονται προς το ηλιακό φως
- συγγενές: φωτοτροπισμός
- γένη: ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
παρατηρώ στο παρακείμενο δένδρο φαινόμενο ηλιοτροπισμού