Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
ευκταίος
- απόδοση: αναφερόμενοι σε κάτι το επιθυμητό που εύχεται κάποιος να συμβεί
- αντίθετο: απευκταίος
- γένη: -ος -α -ο
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’