Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
άμυνα
- απόδοση: η ενέργεια & το επακόλουθο αποτέλεσμα του αμύνομαι ήτοι η ατομική ή ομαδική απόκρουση επιθετικής ενέργειας / λήψη απαραίτητων μέτρων για την αντιμετώπιση κινδύνου / απόκρουση δυσμενούς κριτικής & κατηγοριών
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’