Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
πειθαρχείο
- απόδοση: θάλαμος εγκλεισμού τιμωρουμένων στρατιωτών προς συμμόρφωση λόγω πειθαρχικού παραπτώματος
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’