Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
αριστείο
- απόδοση: βραβείο που απονέμεται για εξαίρετες πράξεις ή ιδιαίτερες επιδόσεις σε κάποιο τομέα
- γένη: το
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’