Συμπράξατε, στην διεύρυνση του Λεξικού Ελληνικών, δια προτεινόμενων λημμάτων.
λαγόνα
- απόδοση: τα πλάγια μέρη της λεκάνης κάτω από τα πλευρά
- γένη: η
- θεματολογία: ‘ Πλήθος Ουσιαστικών - Επιθέτων - Μετοχών ’
βαδίζει κουνώντας προκλητικά τις λαγόνες της